Η Ζωή κοιτάζει έξω από το παράθυρο. Προσπαθεί να μη σκέφτεται γιατί αν ολοκληρώσει τη σκέψη της αυτή θα γίνει μήνυμα και θα αποσταλεί αυτόματα σε αυτόν τον οποίον αφορά. Κι έτσι ενώ η αυθόρμητη σκέψη της ήταν: «Ωραίο παιδί ο Ανδρέας. Θα ήθελα να γινόταν κάτι», αυτή ζορίζει το μυαλό της να σκεφτεί το εξής: «Είδες καμιά καλή ταινία τελευταία;» Γκλίν! Απεστάλη. Παραλήφθηκε. Διαβάστηκε. Δεν περνά ούτε ένα δευτερόλεπτο και μπροστά στα μάτια της, όπου βρίσκεται το ολόγραμμα του υπολογιστή της εμφανίζεται η απάντηση: «Έχω δει πολλές. Αλλά πότε θα δούμε καμία μαζί;» Ταράζεται, νιώθει τη θερμοκρασία στο δωμάτιο να ανεβαίνει και βγάζει τη ζακέτα της. Το μυαλό της θέλει να ενθουσιαστεί και να σκεφτεί πόσο θα το ήθελε, αλλά ξέρει καλά πως πρέπει να το παίξει δύσκολη κι έτσι το επόμενο δευτερόλεπτο άλλη μια ζορισμένη σκέψη στέλνεται, παραλαμβάνεται και διαβάζεται: «Μήπως βιάζεσαι λιγάκι;»
Η Ζωή αναπολεί την εποχή του Messenger. Τότε που αν δεν έγραφες κάτι, τίποτα δεν στελνόταν και είχες όλο το χρόνο να σκεφτείς τι θα γράψεις ακόμα κι αν είχες ήδη διαβάσει το μήνυμα του άλλου, μπορούσες να το παίξεις offline. Ενώ τώρα αν κάποιος θέλει να επικοινωνήσει μαζί σου πρέπει οπωσδήποτε να του απαντήσεις κάτι. Όλοι είχαν χάσει φίλους στην αρχή, γιατί κανείς δεν ήταν συνηθισμένος να ελέγχει τις σκέψεις του και η ταχύτητα με την οποία αυτές μεταμορφώνονταν σε μήνυμα σήμαινε ότι μηνύματα του τύπου «Τι θέλει πάλι ο μαλάκας;» ή «Πάλι εσύ βραδιάτικα;» φεύγανε κατά εκατοντάδες. Ο αριθμός των ζευγαριών που είχαν χωρίσει εκείνη την περίοδο είχε χτυπήσει ρεκόρ, πράγμα που σήμαινε ότι ο περισσότερος κόσμος ήταν single. Κατά συνέπεια αυξήθηκαν κατακόρυφα τα chat, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο σχέσεων που διαλύονταν τόσο γρήγορα όσο φτιάχνονταν, πάντα μέσα από αυτή την εφαρμογή που δεν λεγόταν πια Messenger αλλά Thinkinger.

Σιγά-σιγά κάποιοι έμαθαν να το ελέγχουν και να δαμάζουν τις αδέσποτες σκέψεις πριν ολοκληρωθούν και φύγουν σε μήνυμα. Είχαμε και πολλές αυτοκτονίες, αλλά σε κανέναν δεν αρέσει να μιλάει πολύ γι’αυτό. Οι περισσότεροι προσαρμόστηκαν αν και εύχονται κρυφά να μην εμφανιστεί ξαφνικά μπροστά στα μάτια τους η γνωστή πράσινη τελίτσα, που δε σημαίνει πια ότι κάποιος είναι ενεργός, αλλά ότι θέλει να επικοινωνήσει μαζί σου. Και εσύ πρέπει να δεχτείς. Είσαι υποχρεωμένος να απαντήσεις κάτι. Και το τι θα σκεφτείς θα μεταμορφωθεί αυτόματα σε μήνυμα …
Η απάντηση του Αντρέα έρχεται πάλι σχεδόν αμέσως: «Καλά μια ταινιούλα θα δούμε, στο φιλικό ρε παιδί μου!». Η Ζώη ζορίζεται, βάζει τα δυνατά της, αντιστέκεται, αλλά αυτή τη φορά η σκέψη είναι πιο δυνατή και χωρίς να μπορέσει να την προλάβει έχει ήδη σχηματιστεί σε μήνυμα, παραληφθεί, διαβαστεί: «Καλά εδώ μου την πέφτεις μπροστά σε κόσμο, στο σπίτι σου θα κωλώσεις;»
Πάει άλλος ένας. Γαμώτο και τον γούσταρε! /

Κείμενο / Άννα Μαρκεντούδη
Φωτογραφία / Χρύσα Δεληγιάννη