Μου έπιασε το χέρι. Το μικρό της το χεράκι χάθηκε μέσα στην παλάμη μου. 
«Μαμά χορεύουμε;»

Με σήκωσε και ξαφνικά κάθε σπασμός στο σώμα της σταμάτησε. Έπαψαν τα τικ, χαλάρωσαν οι μύες του προσώπου, γαλήνεψε το βλέμμα. Ήμασταν όρθιες, η μια αντίκρυ στην άλλη, μάνα και κόρη. Κοιταζόμασταν ίσια στα μάτια όπως ποτέ πριν.
Έβαλε το ένα της χέρι στον ώμο μου, ίσα που τον έφτανε. Έβαλα κι εγώ το χέρι μου στην πλατούλα της, επιτέλους μπορούσα να τη νιώσω ήρεμη, να την ψηλαφήσω. Από τη θάλασσα μακριά, το αεράκι άρχισε να φέρνει της πρώτες νότες από το Musica των Common Sense

Just waltz me and take me away from this mess and their love
Blind my mind, hide my eyes, take me away in the dark
Where they can’t see me, where they can’t reach me
And I won’t fear
And in your burning arms I shall leave my desire
Devouring myself to your fire
Taming my will to your flame
Till I’m lost in the spring of my death

Κι έτσι χορεύοντας, χωρίς να χάνει ποτέ η μια τα μάτια της άλλης, στροβιλιστήκαμε μ’εκείνο το ξεχασμένο βαλς πάνω στη θάλασσα προς εκεί όπου η μουσική ακουγόταν πιο καθαρά κι όλοι αυτοί που κοιτούσαν περίεργα στην ταβέρνα έμοιαζαν μικρά, αξιοθρήνητα σκουλήκια.

Άννα Μαρκεντούδη
με αφορμή το κείμενο του Μ. Λυδάκη Γιατί Μαμά;, για την παράσταση 'Χώρα' / 2018